- τηλεγραφόξυλο
- telgraf direği
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
τηλεγραφόξυλο — το, Ν 1. στύλος υποστήριξης συρμάτων τηλεγραφικού ή τηλεφωνικού δικτύου 2. μτφ. άνθρωπος πολύ ψηλός και αδύνατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τηλέγραφος + ξύλο] … Dictionary of Greek
τηλεγραφόξυλο — το τηλεγραφικός στύλος όπου στηρίζονται εναέρια σύρματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)